Ολλανδία / Ευρωπαϊκό κονδύλι 700.000.000 ευρώ για εθελοντικό κλείσιμο κτηνοτροφικών μονάδων
- Επικαιρότητα
- Εμφανίσεις: 277
Η Ολλανδία επιδιώκει να βελτιώσει την ποιότητα του περιβάλλοντος και να προωθήσει πιο βιώσιμη και φιλική προς το περιβάλλον παραγωγή στον κτηνοτροφικό τομέα
Στον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής, έχει γίνει ολοένα και πιο προφανές ότι η μείωση της κτηνοτροφίας είναι κρίσιμη συνιστώσα ενός βιώσιμου μέλλοντος. Χώρες όπως η Ολλανδία και η Ιρλανδία έχουν αναγνωρίσει τις επιζήμιες επιπτώσεις της κτηνοτροφίας στο περιβάλλον και έχουν λάβει πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση του ζητήματος.
Η μικροσκοπική Ολλανδία είναι υπεύθυνη για τις μεγαλύτερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην Ευρώπη, έχει τον έβδομο μεγαλύτερο πληθυσμό ζώων στην ΕΕ, ενώ εξάγει το 70%, με τα κέρδη όλα να πηγαίνουν στους κτηνοτρόφους και με τεράστιο αντίκτυπο στο περιβάλλον. Η Ολλανδία είναι ένα hot spot αζώτου με το μεγαλύτερο πρόβλημα να είναι οι εκπομπές αμμωνίας από τις δραστηριότητες της κτηνοτροφίας. Οι ολλανδικές φάρμες περιέχουν τέσσερις φορές περισσότερη ζωική βιομάζα ανά εκτάριο από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε το ολλανδικό κρατικό σχέδιο ύψους 700 εκατομμυρίων ευρώ για την εθελοντική διακοπή της λειτουργίας κτηνοτροφικών μονάδων σε ορισμένες περιοχές της Ολλανδίας. Το σχέδιο θα εφαρμοστεί σε προτεραιότητες όπως σε περιοχές εντός και κοντά στη Natura 2000 και είναι ανοιχτό σε μικρούς και μεσαίους κτηνοτρόφους που δραστηριοποιούνται σε επιλέξιμες περιοχές μέχρι την 1η Οκτωβρίου 2029.
Η ολλανδική κυβέρνηση επιδιώκει με αυτή την πρωτοβουλία να βελτιώσει την ποιότητα του περιβάλλοντος και να προωθήσει πιο βιώσιμη και φιλική προς το περιβάλλον παραγωγή στον κτηνοτροφικό τομέα.
Η ενίσχυση που παρέχεται στο πλαίσιο του σχεδίου θα περιλαμβάνει άμεσες επιδοτήσεις και επιδοτούμενες συμβουλευτικές υπηρεσίες. Θα καλύπτει έως και το 100% των επιλέξιμων δαπανών, συμπεριλαμβανομένων αποζημιώσεων για την απώλεια δικαιωμάτων παραγωγής και δυναμικότητας, δαπάνες για την αποξήλωση και απόρριψη των εγκαταστάσεων παραγωγής, καθώς και άλλα έξοδα που σχετίζονται άμεσα με το κλείσιμο της μονάδας.
Για να πληρούν τις προϋποθέσεις του προγράμματος, οι κτηνοτροφικές μονάδες πρέπει να έχουν ετήσιες εκπομπές αζώτου που να πληρούν συγκεκριμένα όρια, εξασφαλίζοντας ότι το κλείσιμό τους θα έχει σημαντικά θετικό αντίκτυπο στο περιβάλλον.
Το σχέδιο αυτό συμπληρώνει δύο υπάρχοντα ολλανδικά προγράμματα (LBV και LBV-plus), που εγκρίθηκαν τον Μάιο του 2023, με στόχο τη μείωση της υπερβολικής ποσότητας αζώτου από κτηνοτροφικές μονάδες σε περιοχές προστασίας της φύσης. Οι κτηνοτρόφοι μπορούν να συμμετέχουν μόνο σε ένα από τα τρία προγράμματα.
Η Επιτροπή, εξετάζοντας το σχέδιο βάσει του άρθρου 107(3)(γ) της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Κατευθυντήριων Γραμμών του 2022, έκρινε ότι το σχέδιο είναι αναγκαίο και κατάλληλο για τη βιώσιμη κτηνοτροφία, ευθυγραμμισμένο με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία.
«Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το σχέδιο είναι ανάλογο, καθώς περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο και θα έχει περιορισμένο αντίκτυπο στον ανταγωνισμό και το εμπόριο στην ΕΕ. Με βάση αυτό, η Επιτροπή ενέκρινε το ολλανδικό σχέδιο βάσει των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων της ΕΕ», αναφέρεται στην ανακοίνωση.
Η μη εμπιστευτική απόφαση θα είναι διαθέσιμη υπό τον αριθμό υπόθεσης SA.114339 στο μητρώο κρατικών ενισχύσεων στην ιστοσελίδα της Επιτροπής.
Η κτηνοτροφία ευθύνεται για το 86% των εκπομπών μονοξειδίου του αζώτου της χώρας, που αυξάνουν τη συμβολή της χώρας στην υπερθέρμανση του πλανήτη. Τα αζωτούχα αέρια παίζουν σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια κλιματική κρίση. Το υποξείδιο του αζώτου είναι ένα ιδιαίτερα επιβλαβές αέριο θερμοκηπίου, καθώς είναι πάνω από 300 φορές πιο αποτελεσματικό στην παγίδευση θερμότητας στην ατμόσφαιρα από το διοξείδιο του άνθρακα. Τα επίπεδα της χώρας σε άζωτο έχουν αυξηθεί λόγω αύξησης γαλακτοκομικών επιχειρήσεων, με μεγάλο μέρος αυτού να αποδίδεται στα λιπάσματα με βάση την αμμωνία και την κοπριά που παράγεται από τα βοοειδή.
Δεν υπάρχει επαρκής γη για να μπορούν πλέον διαχειριστούν τα απόβλητα από περισσότερα από 100 εκατομμύρια βοοειδή, κοτόπουλα και γουρούνια που εκτρέφονται και η μόλυνση και οι συνέπειες είναι τρομερές για το περιβάλλον. Ως αποτέλεσμα, η ρύπανση από αμμωνία έχει επηρεάσει την ποιότητα του αέρα σε ορισμένες περιοχές. Εν τω μεταξύ, η εντατική χρήση λιπασμάτων έχει οδηγήσει σε άνθηση τοξικών φυκών στις υδάτινες οδούς της χώρας που σκοτώνουν τα ψάρια και καθιστούν τις λίμνες επικίνδυνες για κολύμβηση.
Οι περιβαλλοντικές συνέπειες δεν περιορίζονται στη ρύπανση από άζωτο.
Σε 118 από τα 162 ολλανδικά φυσικά ριζερβ τα κοιτάσματα αζώτου υπερβαίνουν πλέον τα όρια οικολογικού κινδύνου κατά μέσο όρο κατά 50%. Στους αμμόλοφους, τους βάλτους και στις περιοχές, όπου ζουν είδη προσαρμοσμένα στην έλλειψη αζώτου, η ποικιλότητα των φυτών έχει μειωθεί καθώς εισχωρούν αζωτούχα χόρτα, θάμνοι και δέντρα. Αυτές οι απώλειες διαπερνούν το οικοσύστημα, συμβάλλοντας στη μείωση της ποικιλότητας των εντόμων και των πτηνών.
Αλλαγή στο αγροδιατροφικό μοντέλο
Η μείωση του αριθμού των κτηνοτροφικών μονάδων είναι κρίσιμη για τη διατήρηση του συστήματος τροφίμων εντός των ορίων του πλανήτη, καθώς συμβάλλει στη μείωση των εκπομπών, την ελαχιστοποίηση της ρύπανσης του εδάφους, του νερού και του αέρα και την αποκατάσταση της βιοποικιλότητας.
Η κτηνοτροφία συμβάλλει σημαντικά στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, στην αποψίλωση των δασών, στη ρύπανση των υδάτων και στην απώλεια βιοποικιλότητας. Σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), η κτηνοτροφική παραγωγή ευθύνεται για σχεδόν το 15% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, υπερβαίνοντας τις εκπομπές από ολόκληρο τον τομέα των μεταφορών.
Παγκοσμίως, η έκταση γης που καταλαμβάνει η κτηνοτροφία διπλασιάστηκε κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, απαιτώντας την αποψίλωση των δασών που κάποτε προστάτευαν τη βιοποικιλότητα και συνέβαλαν στο να διατηρηθεί το κλίμα μας σταθερό δεσμεύοντας τον άνθρακα. Η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού των αγελάδων που εκπέμπουν μεθάνιο, που ξεπερνά το ένα δισεκατομμύριο, έχει διπλασιάσει τα ατμοσφαιρικά επίπεδα του αερίου από το 1900.
Η παραγωγή κρέατος, γαλακτοκομικών προϊόντων και αυγών απαιτεί τεράστιες ποσότητες γης, νερού και ενεργειακών πόρων, με αποτέλεσμα την αποψίλωση των δασών και την καταστροφή των οικοτόπων. Επιπλέον, η εντατική κτηνοτροφία συμβάλλει στη ρύπανση των υδάτων μέσω της απόρριψης ζωικών απορριμμάτων και της υπερβολικής χρήσης λιπασμάτων. Η κτηνοτροφία είναι επίσης υπεύθυνη για το 70% του γλυκού νερού που καταναλώνουμε κάθε χρόνο.
Μια πρόσφατη μελέτη του Χάρβαρντ σχετικά με τη μείωση των εκπομπών από τον παγκόσμιο κτηνοτροφικό τομέα υποδεικνύει ότι η μείωση της κατανάλωσης ζωικών προϊόντων και ο αριθμός των εκτρεφόμενων ζώων πρέπει να αποτελούν μέρος της λύσης για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Η Δρ. Helen Harwatt, συγγραφέας της μελέτης, σημείωσε: «Το μεγαλύτερο μέρος της πολιτικής εστίασης έχει δοθεί στη μετάβαση της ενέργειας, ωστόσο, μια διατροφική μετάβαση είναι επίσης αναγκαία – ιδίως για προϊόντα ζωικής προέλευσης με υψηλές εκπομπές».
Avgi.gr
Σχόλια υποστηρίζονται από CComment