Γερμανία: Ο Όλαφ Σολτς έχασε την ψήφο εμπιστοσύνης - Άνοιξε ο δρόμος για πρόωρες εκλογές
- Γεωπολιτική
- Εμφανίσεις: 163
Πιθανότερη ημερομηνία για τις εκλογές είναι η 23η Φεβρουαρίου - Στον Σταϊνμάιερ κατευθύνεται ο Όλαφ Σολτς
Γερμανία: Ο Όλαφ Σολτς έχασε την ψήφο εμπιστοσύνης - Άνοιξε ο δρόμος για πρόωρες εκλογές
Ραγδαίες είναι οι πολιτικές εξελίξεις στη Γερμανία, όπου ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς έχασε την ψήφο εμπιστοσύνης του κοινοβουλίου ενώ αναμένεται να μεταβεί στον πρόεδρο Φρανκ – Βάλτερ Σταϊνμάιερ για να υπάρξει διάλυση του κοινοβουλίου και να διεξαχθούν εκλογές.
Στη διαδικασία μετείχαν οι 717 από τους 733 βουλευτές που έχει η γερμανική Μπούντεσταγκ. Τον Όλαφ Σολτς καταψήφισαν οι 394 βουλευτές, υπέρ του Όλαφ Σολτς ψήφισαν 207 βουλευτές και 116 βουλευτές απείχαν.
Μετά την ψηφοφορία, ανοίγει ο δρόμος για πρόωρες εκλογές, με πιθανότερη ημερομηνία την 23η Φεβρουαρίου 2025, ημέρα που έχει ήδη συμφωνηθεί διακομματικά. Σύμφωνα με το άρθρο 39 του Συντάγματος, οι εκλογές θα πρέπει να διεξαχθούν εντός 60 ημερών από τη διάλυση. Άλλωστε, ο Σταϊνμάιερ, μετά την ευρεία διακομματική συμφωνία, αναμένεται ότι θα προχωρήσει τη διαδικασία.
Το αποτέλεσμα, αν και αναμενόμενο, σηματοδοτεί μεγάλες εξελίξεις. Ο Όλαφ Σολτς χαμογέλασε και έσφιξε το χέρι του αντικαγκελαρίου του. Ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα δήλωσε ο επικεφαλής του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος Φρίντριχ Μερτς, που δήλωσε ότι η συζήτηση επέτρεψε στους Γερμανούς να δουν με σαφήνεια ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ των κομμάτων. Ο Μερτς υπερασπίστηκε εκ νέου το FDP, μετά την επίθεση του Σολτς που έθεσε ζήτημα πολιτικής ωριμότητας και ανέφερε ότι οι ψηφοφόροι θα έχουν επίσης μια σαφή επιλογή για το «ποιο πολιτικό στυλ» προτιμούν.
Να σημειωθεί ότι είναι μόλις η τέταρτη φορά σε διάστημα 75 ετών που θα διεξαχθούν στη Γερμανία πρόωρες εκλογές.
Η κατάρρευση της κυβέρνησης ήρθε εννέα μήνες πριν τις προγραμματισμένες εκλογές και σημειώθηκε σε μία εποχή δύσκολη για τη Γερμανία.
Βαθαίνει η κρίση ηγεσίας στην Ευρώπη
Η μη ψήφος εμπιστοσύνης στον Όλαφ Σολτς έγινε λίγες ημέρες μετά την πτώση της γαλλικής κυβέρνησης, γεγονός που βαθαίνει την κρίση ηγεσίας στην Ευρώπη σε μία περίοδο αυξανόμενων προκλήσεων στα επίπεδα της οικονομίας και της ασφαλείας. Κι ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ ετοιμάζεται να αναλάβει για δεύτερη φορά στις ΗΠΑ, η μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ πλέον διαθέτει υπηρεσιακή κυβέρνηση.
Στην προεκλογική εκστρατεία αναμένεται να κυριαρχήσουν θέματα που απασχολούν τον δημόσιο διάλογο της Ευρώπης τα τελευταία χρόνια, εν μέσω χαμηλής ανάπτυξης, κοινωνικών ανισοτήτων, προβληματισμού για τη μετανάστευση και συζητήσεων για την ενίσχυση της άμυνας. Την ίδια ώρα, παραμένει η ανησυχία για τη συνέχεια του ρωσικού πολέμου στην Ουκρανία, όπου ο Πούτιν έχει κλιμακώσει τις απειλές για τη χρήση πυρηνικών όπλων.
Κι ενώ η Κίνα έχει εξελιχθεί σε μεγάλο ανταγωνιστή σε πολλές βιομηχανίες, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει απειλήσει αφενός με εμπορικό πόλεμο και αφετέρου με τερματισμό της δέσμευσης των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ.
Σε τροχιά επιστροφής οι Χριστιανοδημοκράτες
Πριν την ψηφοφορία, ο Όλαφ Σολτς ανέφερε ότι οι ψηφοφόροι καλούνται να «καθορίσουν την πολιτική πορεία της χώρας μας», προαναγγέλλοντας με αυτόν τον τρόπο μια προεκλογική εκστρατεία που είναι πολύ πιθανό να γίνει σε υψηλούς τόνους.
Ωστόσο, ο Σολτς εκτιμάται ότι δεν είχε άλλη επιλογή, καθώς λόγω των οικονομικών προβλημάτων και των κρίσεων που αντιμετωπίζει η Δύση, τυχόν προσπάθεια να παρατείνει τον χρόνο ζωής της διακυβέρνησής του μέχρι τον Σεπτέμβριο θα κινδύνευε να χαρακτηριστεί ανεύθυνη.
Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SDP) του Σολτς υπολείπεται σημαντικά στις δημοσκοπήσεις. Η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση υπό τον Φρίντριχ Μερτς φαίνεται ότι μάλλον θα επανέλθει στην κυβέρνηση. Η επόμενη ημέρα δεν αναμένεται ότι θα είναι εύκολη. Οι Χριστιανοδημοκράτες αρνούνται να συνεργαστούν με την ακροδεξιά. Οι φιλελεύθεροι ενδεχομένως μπορεί να μην μπουν καν στο κοινοβούλιο και ορισμένοι εκ των συντηρητικών αρνούνται να συνεργαστούν με τους Πράσινος. Κάτι τέτοιο σημαίνει ότι πιθανός εταίρος είναι μόνον οι Σοσιαλδημοκράτες. Ο Όλαφ Σολτς θεωρείται πιθανό ότι θα εκδιωχθεί από την ηγεσία του κόμματός του.
Στη δεύτερη θέση αναμένονται να έρθει το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική Γερμανία (AfD) που μπήκε το 2017 για πρώτη φορά στην Μπούντεσταγκ, με 12,6%, υποχώρησε στο 10,4% το 2021 και τώρα μετριέται δημοσκοπικά στο 20%. Αν και δεν θα μπει στην κυβέρνηση, αφού κανείς δεν θα θελήσει συνεργασία μαζί του, το ακροδεξιό κόμμα κερδίζει έδαφος και ψηφοφόρους.
Όσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό του AfD, τόσο πιο δύσκολο γίνεται για τα κυρίαρχα κόμματα να σχηματίσουν έναν σταθερό κυβερνητικό συνασπισμό. Εάν κερδίσει το 1/5 των εδρών στη βουλή, ενδεχομένως θα υπάρξουν προβλήματα μετά τις εκλογές στον σχηματισμό ενός σταθερού κυβερνητικού συνασπισμού.
Σχόλια υποστηρίζονται από CComment