Η μεσοβέζικη στάση του Κυριάκου Μητσοτάκη που δέχτηκε τις μισές από τις προτάσεις της οικογένειας Γκλίξμπουργκ για την κηδεία του έκπτωτου βασιλιά, αλλά δεν παρέλειψε και να τον επαινέσει για τη δήθεν «διακριτική στάση που κράτησε τα χρόνια της Μεταπολίτευσης», προκαλεί ποικίλες αντιδράσεις στο εσωτερικό της Ν.Δ. Ο πρωθυπουργός και η «διυπουργική» που συγκάλεσε στο μέγαρο Μαξίμου δέχτηκαν να γίνει η κηδεία στη Μητρόπολη και η ταφή στο Τατόι, αλλά δεν συμφώνησαν να οργανωθεί λαϊκό προσκύνημα και δεν έφτασαν στη δουλική παραδοχή να τιμηθεί ο εκλιπών με όσα προβλέπονται για την κηδεία αρχηγού του κράτους.
Μετά τις φιλοβασιλικές δηλώσεις των μαθητών του Καρατζαφέρη που βρίσκονται στο υπουργικό συμβούλιο (Γεωργιάδης, Πλεύρης, Βορίδης) και τον ανάλογο ύμνο του κ. Πέτσα, είχαμε την παρέμβαση του Αντώνη Σαμαρά.
Ο πρώην πρωθυπουργός, στο γνωστό του ύφος, δήλωσε ότι «είναι ιερή και μακροχρόνια παράδοση των Ελλήνων μπροστά στον θάνατο ενός ανθρώπου να στέκονται με σεβασμό.
Και αυτό πέρα από ελληνική είναι και παγκόσμια παράδοση πολιτισμού». Βέβαια κανείς δεν διαφωνεί μ’ αυτό και κανείς δεν είπε ότι ο Γκλίξμπουργκ πρέπει να μείνει άταφος. Αναρωτιέται κανείς πώς του ήρθε του κ. Σαμαρά να εμφανιστεί ως σύγχρονη Αντιγόνη για να επιπλήξει τον Κρέοντα-Μητσοτάκη που έχει τάχα απαγορεύσει την ταφή του Πολυνείκη-Γκλίξμπουργκ. Την απάντηση μας τη δίνει στη συνέχεια ο κ. Σαμαράς: «Πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για έναν άνθρωπο που υπήρξε ο συνταγματικός ανώτατος άρχων της χώρας και αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, ενώ υπήρξε και ολυμπιονίκης που τίμησε τα ελληνικά χρώματα διεθνώς». Και στη συνέχεια: «Ο ίδιος είχε αποδεχθεί το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και δεν δημιούργησε κανένα πολιτικό πρόβλημα.
Ο θάνατος ενός πρώην ανώτατου άρχοντα όμως -πέρα από την ανθρώπινη πλευρά- έχει συμβολική σημασία. Δείχνει το πώς οι Ελληνες στέκονται απέναντι στην Ιστορία τους. Οι δημοκρατίες δεν αποσιωπούν το παρελθόν τους. Μόνο τα αυταρχικά καθεστώτα συνηθίζουν να “σβήνουν φωτογραφίες” και σελίδες ολόκληρες».
Εδώ ο κ. Σαμαράς υιοθετεί τον παντελώς ψευδή ισχυρισμό του κ. Μητσοτάκη, ότι δηλαδή δήθεν ο Γκλίξμπουργκ δεν αντιτάχθηκε στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Είναι, όμως, πασίγνωστο ότι απλώς απέτυχε κάθε προσπάθειά του να δημιουργηθεί κάποιος αξιοπρόσεκτος πυρήνας νοσταλγών της βασιλείας στην Ελλάδα και κατέληξε με οπαδούς ένα περιθωριακό ρεύμα «βασιλοχουντικών» και το ΛΑΟΣ του Γιώργου Καρατζαφέρη.
Και όπως δεν τιμούμε τους ολυμπιονίκες που συλλαμβάνονται ντοπαρισμένοι, έτσι δεν μπορούμε να τιμήσουμε εκείνον που χρησιμοποίησε την ιδιότητα του ανώτατου άρχοντα για να ρίξει τη νόμιμη κυβέρνηση και να ανοίξει τον δρόμο στη δικτατορία. Οσο κι αν δεν το καταλαβαίνει ο κ. Σαμαράς, είναι αυτός ο ίδιος που «σβήνει φωτογραφίες» και «σελίδες ολόκληρες», εφόσον ξεχνά ότι το αποτέλεσμα στο δημοψήφισμα σήμαινε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων έπαψαν να θεωρούν «ανώτατο άρχοντά τους» τον Γκλίξμπουργκ. Πώς θα τον επαναφέρουμε τώρα τιμώντας το φέρετρό του;
Εξίσου άστοχο και το κλείσιμο της δήλωσης Σαμαρά: «Η δημοκρατία, είχε πει κάποτε ο Μιτεράν, είναι, τελικά, η διαχείριση των συμβόλων». Αλλά αν ισχύει αυτή η ρήση, τότε υπάρχουν ακόμα περισσότεροι λόγοι για να μην «κηδευτεί» η δημοκρατία με τη συμβολική αποκατάσταση του έκπτωτου μονάρχη.
Για τον λόγο που ωθήθηκε ο κ. Σαμαράς σ’ αυτόν τον δημόσιο έπαινο του Γκλίξμπουργκ μια πρώτη εξήγηση προσφέρει ο βουλευτής της Ν.Δ. Μίλτος Χρυσομάλλης, ο οποίος δήλωσε χτες στο «Open» ότι θα πάει στην κηδεία, αναμασώντας τα ίδια επιχειρήματα. Αυτό που δεν είπε είναι ότι εκλέγεται στη Μεσσηνία, τον νομό που το μακρινό 1974 είχε δώσει στον Γκλίξμπουργκ το τρίτο καλύτερο ποσοστό (49,24%) μετά τη Λακωνία και τη Ροδόπη. Αλλά η Μεσσηνία είναι και του κ. Σαμαρά ιδιαίτερη πατρίδα και έχει γραφτεί ότι ενδεχομένως εκεί θα πολιτευτεί ο γιος του, ο οποίος τώρα εργάζεται στον «Μακεδονικό Χαλβά».
Στην υπόθεση παρεμβαίνουν και άλλα στελέχη της Ν.Δ., όπως ο βουλευτής Δημήτρης Μαρκόπουλος, ο οποίος, μιλώντας στον «ΣΚΑΪ», θεώρησε ότι πρέπει να συγκρίνει τον Γκλίξμπουργκ με τον Αντετοκούνμπο: «Για τον κάθε μετανάστη διεκδικείτε να δικαιώματά του. Είμαστε υπερήφανοι για τον Αντετοκούνμπο, ενώ για έναν άνθρωπο που συμμετείχε στα ιστορικά δρώμενα της χώρας μας με μια ευκολία τον πετάτε έτσι».
Το ποια ήταν αυτή η «συμμετοχή» του στα ιστορικά δρώμενα δεν απασχολεί βέβαια τον βουλευτή της Ν.Δ. Από κοντά και η ευρωβουλεύτρια Ελίζα Βόζεμπεργκ, η οποία στο ίδιο κανάλι δήλωσε ότι «ήταν ένας άνθρωπος που δεν έκανε κακό στην Ελλάδα, κρίνεται για κάποιες δράσεις, θα τον κρίνει η Ιστορία. Από την άλλη πλευρά δεν ήταν κάποιος εχθρός της Ελλάδας».
Απέναντι σ’ αυτό το διογκούμενο κύμα υποστηρικτών του Γκλίξμπουργκ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναγκάστηκε να τα μασήσει. Παραδέχτηκε βέβαια ότι «όλο το τελετουργικό έχει προκύψει μετά από συζητήσεις και συνεννόηση που έγιναν σε πολύ καλό κλίμα με την οικογένεια του τέως βασιλιά, σε ένα κλίμα όπου υπήρχε απόλυτη κατανόηση στις ευαισθησίες της κάθε πλευράς». Αλλά όταν του ζητήθηκε να τοποθετηθεί για τη δήλωση Σαμαρά, οχυρώθηκε στη γνωστή του θέση: «Δεν έχω κάποιο σχόλιο να κάνω για τις απόψεις του πρώην πρωθυπουργού». Εξίσου ασαφής υπήρξε η απάντησή του σχετικά με τους ύμνους Βορίδη, ενώ για την απόφαση να εκπροσωπηθεί επίσημα η κυβέρνηση στην κηδεία υποστήριξε ότι «θα τηρηθεί το πρωτόκολλο». Αλλά ποιο πρωτόκολλο εφαρμόζεται στις περιπτώσεις έκπτωτων βασιλιάδων; Ασφαλώς αστειεύεται ο κ. Οικονόμου.
Η αντιφατική θέση της κυβέρνησης, που από τη μια μιλά για κηδεία ιδιώτη, από την άλλη διαστρεβλώνει την ιστορική αλήθεια, ξεχνώντας τα γεγονότα της περιόδου 1965-1974 και πιστώνοντας στον Γκλίξμπουργκ μια στάση αποδοχής του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος, κάτι που ουδέποτε συνέβη, έχει ανοίξει τον ασκό του Αιόλου για το μέγαρο Μαξίμου. Μέλημα του πρωθυπουργού είναι τώρα να αποφύγει συνωστισμό βουλευτών της Ν.Δ. στις τελετές, αλλά το μήνυμα Σαμαρά είναι ότι όλοι πρέπει να πάνε! Η καραμανλική τάση σιωπά.
Ετσι όπως τα κατάφερε ο κ. Μητσοτάκης, αυτό που τελικά διακυβεύεται είναι το αν θα κηδευτεί ο Γκλίξμπουργκ με τιμές αρχηγού της Δεξιάς.
Σχόλια υποστηρίζονται από CComment