«Μάρθη, σ’ αγαπώ»
- Περιφερειακά
- Εμφανίσεις: 164
Εκείνο το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου 2023, που η χώρα βρέθηκε στις ίδιες ράγες µε το έγκληµα των Τεµπών, όσοι ήταν γονείς έζησαν τη δραµατική ταύτιση. Οι επαναλαµβανόµενες εικόνες µε τα λιωµένα µέταλλα ανάµεσα στα οποία σχεδόν εξαχνώθηκαν τα ανθρώπινα σώµατα δεν κατάφεραν να δηµιουργήσουν την πεποίθηση του αναπόφευκτου και του µοιραίου.
Ο τρόπος µε τον οποίο η κοινή γνώµη αντιµετώπισε και αντιµετωπίζει αυτό που συνέβη αναδείχθηκε σε σπουδαία συνεύρεση των ανθρώπων για να αντιµετωπίσουν ένα έγκληµα. Η οµοθυµία που εµφανίστηκε (δυστυχώς µε την ευκαιρία ενός τραγικού δυστυχήµατος) είναι πρωτόγνωρη για µια κοινωνία που έχει οδηγηθεί στην πολιτική παρακµή και στις βολικές εγωκεντρικές επιλογές. Κανένα κόµµα, καµιά οργάνωση φορέων και πολιτών δεν κατάφερε εδώ και χρόνια να εκφράσει την κοινωνική συµφωνία που κατόρθωσαν οι µανάδες και οι πατεράδες, τα παιδιά και τα αδέρφια των 57 ανθρώπων που χάθηκαν.
Το κίνητρο δεν ήταν µόνο η οργή ή η αγανάκτηση, αλλά η συνείδηση που αναπτύχθηκε στον αντίποδα µιας ισχυρής προσπάθειας συγκάλυψης. Καµιά πολιτική ένταξη, καµιά συµπάθεια σε πολιτικά πρόσωπα δεν µπορούσε να εξαφανίσει τις ευθύνες, ειδικά όταν ήταν προκλητική η επιµονή να µην αποδοθούν. Η προσπάθεια της κυβέρνησης να βρει σταθµάρχες για να φταίνε και µπουλντόζες για να µπαζώσουν δηµιούργησε ένα κίνηµα που ξεπέρασε τους πολιτικούς χώρους και απαίτησε δικαιοσύνη. Εκατοµµύρια άνθρωποι υπέγραψαν επιστολές διαµαρτυρίας µε τις οποίες ζητούσαν να τιµωρηθούν οι υπεύθυνοι, ενώ πρόσφατα δεκάδες χιλιάδες παρακολούθησαν τη συναυλία στο Καλλιµάρµαρο για τα Τέµπη. Το έγκληµα των Τεµπών κινητοποίησε και κινητοποιεί τους πολίτες, οι οποίοι συναντιούνται χωρίς ατζέντα, παρά τις διαφορές τους, πάνω από το αίτηµα να ξεκαθαρίσει αυτή η υπόθεση. Από κάθε άποψη, αυτό είναι υγιής έκφραση της πολιτικής µε επίκεντρο και κινητήρια δύναµη τον πολίτη.
Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση και η παραδοσιακή πολιτική, µε την έννοια της σκοπιµότητας, της συγκάλυψης και της ατιµωρησίας, συνεχίζουν να χρησιµοποιούν όλα τα µέσα προκειµένου να αποφύγει το µοιραίο: να αποκαλυφθεί η αλήθεια.
Εργαλείο σε αυτό τον σχεδιασµό είναι η ∆ικαιοσύνη και οι παράγοντές της.
Η δικογραφία για τη σύµβαση 717 και την κρίσιµη απουσία τηλεδιοίκησης στα Τέµπη είχε αρχειοθετηθεί από τον τότε εισαγγελέα οικονοµικού εγκλήµατος Χρήστο Μπαρδάκη. Ηταν η Ευρωπαία Εισαγγελέας Λάουρα Κοβέσι αυτή που απαίτησε να συνεχιστεί η έρευνα. Οταν η Μαρία Καρυστιανού ζήτησε από την εισαγγελέα του Αρειου Πάγου να παρέµβει ώστε να προχωρήσει η υπόθεση, εκείνη της πρότεινε προσευχή και εγκαρτέρηση. Ηταν οι συγγενείς των θυµάτων αυτοί που υπέδειξαν στη ∆ικαιοσύνη το σηµείο όπου είχαν απορριφθεί τα µπάζα, στα οποία υπήρχαν ακόµη και µέλη των παιδιών τους.
Και φτάνουµε πλέον σε ένα σηµείο που η ∆ικαιοσύνη ακουµπά την ύβρη και την εκπόρνευση. Στο κοµπιούτερ µε το οποίο γράφω αυτό το κείµενο υπάρχει ένα αρχείο ήχου. Οταν το πατήσω θα ξαναβρεθώ στην κόλαση που µεταφερθήκαµε όσοι αναγκαστήκαµε για λόγους δηµοσιογραφικούς να το ακούσουµε. Είναι τα τελευταία τρία λεπτά της ζωής των παιδιών που καταγράφηκαν ηχητικά όταν δύο κινητά τηλέφωνα κάλεσαν αυτόµατα λόγω της σύγκρουσης το 112.
Πατάς το play και είσαι σε εκείνο το βαγόνι όπου φωνάζουν τουλάχιστον τρεις άνθρωποι βλέποντας τον θάνατο να έρχεται βασανιστικά.
∆εν έχουν πεθάνει από τη σύγκρουση. Ζουν και φωνάζουν. Πονάνε και φωνάζουν προς τους υπαλλήλους της γραµµής έκτακτης ανάγκης που τους ακούν από την άλλη πλευρά ότι πνίγονται, ότι χάνεται το οξυγόνο τους. Κάποια κοπέλα φωνάζει «πεθαίνουµε», ενώ λίγα δευτερόλεπτα µετά απευθύνεται στη φίλη της δίπλα λέγοντας: «Μάρθη, σ’ αγαπώ… µε ακούς… Μάρθη, σε αγαπώ». Είναι τα δευτερόλεπτα που τελειώνει το οξυγόνο από τη βίαιη φωτιά που εισβάλλει απέξω προς το εσωτερικό του βαγονιού και το νεαρό κορίτσι σπαταλάει τις τελευταίες ανάσες για να πει «σ’ αγαπώ». Αυτά τα νέα παιδιά που δεν πρόλαβαν να ζήσουν τη ζωή αναγνώρισαν το µεγαλείο και την αξία της στην αγάπη. Εκστόµισαν τη λέξη µόνο και µόνο για να έχει το τέλος τη δική τους τελεία.
Οσοι ακούσαµε εξ ανάγκης το ηχητικό αρρωστήσαµε. Αναρωτηθήκαµε: ∆εν έπαθε το ίδιο ο ανακριτής που έχει το υλικό στα χέρια του τόσους µήνες; ∆εν αισθάνθηκε την ανάγκη να πει: «Αποδεικνύεται ότι υπήρξαν άνθρωποι που επέζησαν και τελικώς έγιναν µια µάζα κάρβουνου επειδή κάποιος είχε βάλει στο τρένο ένα παράνοµο φορτίο µε εύφλεκτες ύλες».
Ας µην κοροϊδευόµαστε, τα πράγµατα είναι ξεκάθαρα. Και µόνο το γεγονός ότι επιµελώς αποκρύπτεται πως υπήρξαν επιζήσαντες µετά τη σύγκρουση –αυτό µάλιστα αποδεικνύεται από τη δική τους φρικτή µαρτυρία που υπάρχει σε κάποιον σέρβερ– είναι ύποπτο. Γίνεται προσπάθεια να καταστεί αποδεκτό το τετελεσµένο του δυστυχήµατος, σαν να είναι αδιάφορα τα στοιχεία και οι λεπτοµέρειες που αποδεικνύουν τι έγινε. Και ξεκίνησε από την πρώτη στιγµή, όταν δόθηκε εντολή αρχικώς για την εκσκαφή του χώρου του εγκλήµατος και στη συνέχεια για το µπάζωµα. Οποιος έχει δει το βίντεο της σύγκρουσης µετά την οποία εκδηλώνεται έκρηξη και εµφανίζεται µια πυρόσφαιρα και ακούσει στη συνέχεια τα ηχητικά, καταλαβαίνει ότι δεν υπήρξε καµιά φωτιά µέσα στο τρένο από εξαρτήµατα της µηχανής. Επιφανείς επιστήµονες το πιστοποιούν µε πραγµατογνωµοσύνες τους.
Υπάρχει πιθανότητα ο ανακριτής Σωτήρης Μπακαΐµης να µην το έχει αντιληφθεί; Γιατί δεν έχει δώσει εντολή να γίνουν οι πραγµατικά ουσιαστικές ανακριτικές ενέργειες για να αποκαλυφθεί τι κουβαλούσε το τρένο; ∆εν τον προβληµατίζει ότι οι συγγενείς και οι δικηγόροι τους του έχουν επιστήσει την προσοχή ότι οι ενέργειές του µπορεί να χαρακτηριστούν παράβαση καθήκοντος; Ποιος είναι ο εκ των πραγµάτων ευνοούµενος από τον αποπροσανατολισµό και το αφήγηµα των νεκρών από τη σύγκρουση και τη φωτιά από υλικά που δήθεν ανεφλέγησαν στη µηχανή (έλαια σιλικόνης) ενώ δεν είναι πτητικά και δεν δηµιουργούν πυρονέφος;
Οταν πριν από µήνες τόσο η Μαρία Καρυστιανού όσο και ο πραγµατογνώµονας Βασίλης Κοκοτσάκης δήλωσαν ότι υπήρξαν επιζώντες µετά τη σύγκρουση (µίλησαν µάλιστα για 30) δέχτηκαν σφοδρή επίθεση και αντιµετωπίστηκαν ως δηµιουργοί θεωριών συνωµοσίας. Η ∆ικαιοσύνη, παρότι γνώριζε την αλήθεια, άφησε να επικρατεί η ψευδής εικόνα και να αποπροσανατολίζονται οι έρευνες.
Από όσους σήµερα µεθοδεύουν τη συγκάλυψη διαφεύγει µια λεπτοµέρεια. ∆εν πρόκειται για υπόθεση διαφθοράς, από αυτές που µπορούν να συγκαλύπτουν χωρίς ιδιαίτερο κόστος. Στο µοιραίο τρένο, ακριβώς επειδή επιχειρήθηκε η συγκάλυψη, έχει επιβιβαστεί όλη η Ελλάδα. Και από σήµερα πλέον ακούει και τις φωνές των παιδιών, που τα τρία τελευταία λεπτά της ζωής τους ζωντανεύουν το έγκληµα και τις λεπτοµέρειές του. Είναι όλη η Ελλάδα που έχει στα αυτιά της το «Μάρθη, σε αγαπώ», όπως το έχει ακούσει από ένα νέο παιδί που χρησιµοποίησε την τελευταία ανάσα του για να το πει. Αν δεν γίνει αυτή η φράση η Ερινύα της ∆ικαιοσύνης, τότε αργά ή γρήγορα θα γίνει η Νέµεσις.
Σχόλια υποστηρίζονται από CComment